Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Γλυκόξινες διαθέσεις

Περισσότερο ξινές αν λάβουμε  υπόψη την προηγούμενη ανάρτηση.

Περισσότερο γλυκές αν λάβουμε υπόψη τη σημερινή συνταγή:



Μπουκιές κοτόπουλο σε σάλτσα με σόγια, μέλι και σουσάμι





Υλικά για 4 άτομα

3 στήθη κοτόπουλο (περίπου 500 γρ συνολικά)
2 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένες
1 κουταλιά σούπας φρέσκο τζίντζερ τριμμένο
2 κουταλιές σούπας μέλι
2 κουταλιές σούπας σάλτσα σόγιας
2 κουταλιές σούπας ξηρό λευκό κρασί
100 ml ζωμό κότας
1 πρέζα κουρκουμά
λίγο αλεύρι
ελαιόλαδο
αλάτι
πιπέρι
2 κουταλιές σουσάμι
μαϊντανός ψιλοκομμένος



Κόβουμε το κοτόπουλο σε μπουκιές. Σε ένα τηγάνι ζεσταίνουμε λίγο λάδι. Αλατοπιπερώνουμε το κρέας και το περνάμε από το αλεύρι. Τα τηγανίζουμε μέχρι να αποκτήσουν τα κομμάτια ένα όμορφο χρυσαφί χρώμα. Τα βγάζουμε από το τηγάνι.

Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 200 βαθμούς

Σε ένα μπολ τοποθετούμε τα υλικά της σάλτσας: Τζίντζερ, σκόρδο, σάλτσα σόγιας, μέλι, κρασί, ζωμό. Ανακατεύουμε μέχρι να διαλυθεί το μέλι.

Βάζουμε το κοτόπουλο σε ένα μικρό ταψί και το σκεπάζουμε με την σάλτσα. Τοποθετούμε στον φούρνο και αφήνουμε να ψηθεί για μισή ώρα περίπου.

Σε ένα τηγάνι ψήνουμε το σουσάμι- μέχρι να αρχίσει να αλλάζει το χρώμα του.

Μόλις ψηθεί το κρέας, το βγάζουμε από το φούρνο, ρίχνουμε το σουσάμι και τον μαϊντανό και σερβίρουμε αμέσως με ρύζι μπασμάτι που θα έχουμε ήδη ετοιμάσει.



Για σούπερ νόστιμο ρύζι Μπασμάτι 

(Τη συνταγή την είχα βρει στο περιοδικό ΕΥ, μακράν το καλύτερο ελληνικό γαστρονομικό περιοδικό που βγήκε ποτέ. Εδώ η συνταγή, μετά από τόσα χρόνια, έχει υποστεί κάποιες αλλαγές)



Για 1 φλιτζάνι ρύζι (~3-4 άτομα):

1 μικρό λευκό κρεμμύδι κομμένο σε λεπτέ φέτες
2 φλιτζάνια ζωμό ζεστό της αρεσκείας σας
5-6 κλωστές σαφράν
λίγα σπόρια κάρδαμο χτυπημένα
1-2 κουταλιές ελαιόλαδο
αλάτι

Σε μια μικρή κατσαρόλα βάζουμε να ζεσταθεί ελαιόλαδο σε χαμηλή φωτιά. Θα πάρει λίγη ώρα αλλά η φωτιά πρέπει να είναι χαμηλά καθόλη τη διάρκεια του μαγειρέματος του ρυζιού. Όταν ζεσταθεί το λάδι, ρίχνουμε το κρεμμύδι και σοτάρουμε μέχρι να μαλακώσει. Ρίχνουμε το ρύζι και το σοτάρουμε κι αυτό -κατά κάποιο τρόπο- μέχρι να γυαλίσουν οι κόκκοι. Ρίχνουμε το σαφρά, το κάρδαμο, το ζωμό, ανακατώνουμε και σκεπάζουμε. Αφήνουμε το ρύζι να σιγοβράσει για 20 λεπτά περίπου. Πότε πότε ανακατώνουμε απαλά με ξύλινη κουτάλα. Μόλις βράσι δοκιμάζουμε για αλάτι (μπορεί να έχει ήδη ο ζωμός μας) και διορθώνουμε. Σκεπάζουμε με μια ελαφρώς νωπή πετσέτα κι από πάνω με το καπάκι για 5-10 λεπτά. Σερβίρουμε με τη σάλτσα που έχουμε ετοιμάσει.




Σκέψεις, εξομολογήσεις κι αυτοκριτική

Τώρα τελευταία έχω παρατηρήσει ότι κυκλοφορούν πολλά δηλητηριώδη κι ειρωνικά σχόλια για τους food blogger όπως επίσης και άρθρα γραμμένα σε γνωστά site , με εξίσου ειρωνικό και κακόβουλο λόγο. Έπιασα τον εαυτό μου να αναρωτιέται προς τι όλο αυτό το μένος για το συγκεκριμένο είδος blogger. Κάπου, σε όλη αυτήν την, αυστηρή είναι η αλήθεια, κριτική που ασκείται είδα και τον εαυτό μου ως "κατηγορούμενη". Αποφάσισα, γι' αυτό το λόγο, να κάνω μια αυτοκριτική με ταυτόχρονη αναδρομή στο παρελθόν μου ως food blogger.

Το blogging το ξεκίνησα πριν 6,5 χρόνια με πολύ ενθουσιασμό αλλά και μεγάλη διστακτικότητα. Τον πρώτο καιρό βολόδερνα μόνη μου στο απέραντο διαδικτυακό σύμπαν, έγραφα αναρτήσεις τις οποίες διάβαζα εγώ κι άλλα 5-6 άτομα ημερησίως που τυχαία περνούσαν από το μπλογκ. Μετά από κάνα δίμηνο άρχισα σιγά σιγά να έρχομαι σε επαφή με άλλους blogger -πάντα διστακτικά. Στο τέλος του πρώτου χρόνου είχε δημιουργηθεί ένας μικρός αλλά σταθερός κύκλος από ανθρώπους με τους οποίους ερχόμουν πια καθημερινά σε επαφή. "Ανοίγαμε" κάθε πρωί τα blog μας και τα λέγαμε, ως άλλοι γείτονες που ανοίγουν τα παράθυρα πρωί πρωί και καλημερίζονται και πιάνουν την κουβέντα, αναρτούσαμε την καθημερινότητα μας και τις απόψεις μας, τις ιδέες μας, τις ανακαλύψεις μας, τις εμπειρίες μας. Ο Τομ, η Ζέκια, ο Ναυαρίνο, το Βρωμιστεράκι, ο Tyler, ο Χαμαιλέων, η Βίπερα, η Φωτεινή, λίγο αργότερα ο Μάλερ, η Αμελί, η Εμμανουέλα, ο Χαμένος Γαστροναύτης, ο Ε-Ντίγκονις, ο Δημήτρης από την Ιαπωνία, κι άλλοι που ξεχνώ αυτή τη στιγμή. Ναι, οι περισσότεροι είχαμε τότε ψευδώνυμα! Μπλογκάραμε γιατί ήταν fun, είχε πλάκα, το διασκεδάζαμε, αλλά όχι μόνο, συζητούσαμε, ανταλλάσσαμε σκέψεις, προβληματιζόμαστε. Υπήρχε ένας ειλικρινής ενθουσιασμός. Αλλά το κυριότερο ήμασταν κι οι ίδιοι ειλικρινείς. Απλοί, καθημερινοί, ερασιτέχνες του λόγου, γράφαμε, μας έγραφαν (κυριολεκτικά και μεταφορικά), κάποιοι είχαν πάρει σοβαρά το ρόλο τους ως blogger, κάποιοι λιγότερο. Προσωπικά ως food blogger κατέγραφα τις περιπέτειες μου στην κουζίνα, τις γαστρονομικές αναζητήσεις  μου, τις απόψεις μου κι αυτό ήταν όλο. Δεν ήμουν επαγγελματίας, δεν ήμουν η καλύτερη μαγείρισσα του κόσμου, δεν γνώριζα όλα τα μυστικά της κουζίνας, απλά μου άρεσε να μαγειρεύω κι έγραφα γι' αυτό. Ήταν ωραίοι καιροί. Αλλά άλλοι καιροί.

Πριν 2,5 χρόνια περίπου, διαπίστωσα ότι το παραδοσιακό blogging είχε χάσει τη δυναμική του. Πολλοί blogger εγκατέλειψαν την ενασχόληση και προσχώρησαν σε νέα μέσα, στο facebook, στο twitter, στο instagram κλπ.. Εν τω μεταξύ όσα food blog ξεκινούσαν ήταν πιο επαγγελματικά και πολλοί ιδιοκτήτες τους ήταν ήδη γνωστοί στα μέσα. Παράλληλα πολλά γνωστά site άρχισαν να δίνουν μεγαλύτερη βάση σε γαστρονομικά θέματα και να εμπλουτίζουν το υλικό τους. Το διαδίκτυο πλημμύρισε με συνταγές, κριτικές εστιατορίων, προτάσεις κι επιλογές γαστρονομικές. Κάπου εκεί άρχισα να συνειδητοποιώ ότι ό,τι έκανα εδώ ήταν πια παρωχημένο. Είχα δύο επιλογές, ή να σταματήσω ή να συνεχίσω αλλάζοντας όμως τα πάντα κι επενδύοντας σε ένα νέο site, νέο υλικό, νέο στυλ. Δεν έκανα ατυχώς, ούτε το ένα ούτε το άλλο.

Κι έτσι έφτασα ως εδώ, ερασιτέχνης του διαδικτύου, να γράφω επίμονα -σχεδόν εμμονικά- αναρτήσεις που δεν αφορούν κανέναν στην τελική. Ένα παρηκμασμένο blog που πλέει μόνο κι έρμο, να θυμίζει την βαρκούλα του κυρ. Ανδρέα του ψαρά ενώ διασχίζει πεισματάρικα τον Ατλαντικό. Σαν το "εμφιαλωμένο'' κρασί του μερακλή θείου μου να θέλει να σταθεί δίπλα σε φημισμένα Bordeaux.

Αλλά συνέχισα ως τώρα να είμαι ειλικρινής στις προθέσεις μου ως food blogger. Έγραφα για ό,τι μου άρεσε, και για ό,τι είχα μαγειρέψει και φάει και μου άρεσε, δεν ακολούθησα ποτέ το ρεύμα, δεν έγινα ποτέ trendy, έμεινα στο περιθώριο συνειδητά, βρήκα την ευκαιρία να εκφράσω παράλληλα και την αγάπη μου για τον κινηματογράφο και προσπάθησα ως ένα είδος παιχνιδιού να συνδυάσω τις δύο μεγάλες αγάπες μου- κάπου σε μια στήλη απόψεων σε γνωστό site είδα ειρωνικό σχόλιο και για τις γαστρονομικές αναφορές στον κινηματογράφο. Και ναι, οι περισσότερες φωτογραφίες στο blog είναι από άθλιες έως μετρίως καλές αλλά δεν είχα την καλύτερη φωτογραφική μηχανή στον κόσμο, ούτε το σπίτι μου λούζεται στο φως, ούτε διαθέτω τα ωραιότερα σερβίτσια και τραπεζομάντιλα στον κόσμο.

Κι έτσι τώρα, θέτω ξανά το ερώτημα που έκανα στον εαυτό μου πριν 2,5 χρόνια: Σταματώ ή αλλάζω; Γιατί ένα από τα δύο πρέπει να συμβεί.

Το food blogging έγινε μεγάλο trend τα τελευταία χρόνια κι άρχισαν πολλοί την ενασχόληση με αυτό. Από τη μια υπάρχει η άποψη ότι "όλοι οι καλοί χωράνε". Από την άλλη υπάρχουν οι σνομπ του διαδικτύου, που έχουν την εντύπωση ότι είναι οι θεματοφύλακες του καλού γούστου και του σωστού λόγου, οι γνώστες των πάντων, αυτοί που γελούν με τον ερασιτέχνη blogger, έτοιμοι να τον γελοιοποιήσουν και να τον λοιδορήσουν. Αν δεν έχεις blog με πανέμορφο banner και ανάλογο λοιπό "εξοπλισμό" κι αν δεν γράφεις δίνοντας την αίσθηση ότι μόλις έφαγες στο NOMA (τυχαία η επιλογή του ονόματος του εστιατορίου), κι αν οι φωτογραφίες σου δεν έχουν την αισθητική τελειότητα εκείνων της Aran,  τότε μάλλον την έβαψες. Αργά ή γρήγορα θα σου την πέσουν τα βαμπίρ του gastronomically correct.

Κι ακολουθεί συνταγή. Όχι που θα το ξεχνούσαμε! (στην επόμενη ανάρτηση όμως)



Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

Όπως μας αρέσουν: Crispy!

Προ ημερών καθάριζα το ντουλάπι της κουζίνας και βρήκα δύο μισογεμάτα πακέτα τριμμένη καρύδα- μάλλον από τα Χριστούγεννα. Μου αρέσει πολύ η καρύδα και τη χρησιμοποιώ συχνά, κυρίως σε κέικ (εδώ κι εδώ αντίστοιχες συνταγές) και cupcake. Eν τούτοις δεν είχα φτιάξει ποτέ μπισκότα με καρύδα, βρήκα όμως την ευκαιρία μια μέρα που είχαν τελειώσει όλα τα γλυκά συνοδευτικά για το απογευματινό τσάι.

Τα μπισκότα βγήκαν απίστευτα τραγανά και νόστιμα, τόσο που φτιάχτηκαν ξανά και ξανά, κι είχα την ευκαιρία να κάνω ακριβείς μετρήσεις αλλά κυρίως να τα χαρώ με τσάι ζεστό (darjeeling & assam τα αγαπημένα) και αγχολυτικό,  ο χειμωνιάτικος καιρός βλέπετε, είναι επίμονος και πεισματάρης, τέλη Μάρτη και το κασκόλ - κι όχι τα φουλάρια!-  είναι το απαραίτητο αξεσουάρ!

Προχθές βγήκα για ψώνια και χάρηκα πολύ που είδα τα πρώτα μαγιώ στα καταστήματα. Με κοιτούσαν βέβαια σαν να ήμουν η τρελή του χωριού, η μόνη που γυρνούσε κατενθουσιασμένη στο τμήμα "Είδη θαλάσσης"...


Μπισκότα καρύδας (τα πιο τραγανά)



Υλικά για ~18 μπισκότα

80 γρ βούτυρο σε θερμοκρασία δωματίου
40 γρ τριμμένη καρύδα
110 γρ αλεύρι για όλες τις χρήσεις
30 γρ ζάχαρη άχνη
1 κουταλάκι του γλυκού εκχύλισμα βανίλιας
μία πρέζα αλάτι


Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 160 βαθμούς

Ρίχνουμε την καρύδα σε ένα τηγάνι με χοντρό πάτο. Το βάζουμε σε μέτρια προς δυνατή δωτιά και σοτάρουμε ανακατεύοντας πότε πότε μέχρι η καρύδα να αρχίσει να αλλάζει χρώμα. Προσοχή: Όχι περισσότερο. Την αφήνουμε να κρυώσει.

Βάζουμε το βούτυρο σε μεταλλικό μπολ και το αφήνουμε στο κλειστό μάτι για 2-3 λεπτά (αυτό βέβαια για όσους έχουν ηλεκτρική κουζίνα κι όχι γκαζιού)

Ρίχνουμε στο αλεύρι το αλάτι.

Βγάζουμε το μπολ από το μάτι της κουζίνας. Ρίχνουμε στο βούτυρο την ζάχαρη και χτυπάμε με ξύλινη σπάτουλα μέχρι να ομογενοποιηθεί  το μείγμα και να αποκτήσει κρεμώδη υφή. Ρίχνουμε το εκχύλισμα, ανακατώνουμε. Προσθέτουμε την καρύδα και το αλεύρι λίγο λίγο ανακατώνουμε και τέλος ζυμώνουμε με τα χέρια για λίγο. Βάζουμε τη ζύμη ανάμεσα σε δύο φύλλα αντικολλητικό χαρτί ακι την ανοίγουμε σε φύλλο με πάχος 1/2 εκατοστό. Κόβουμε σε όποιο σχήμα θέλουμε. Την υπόλοιπη ζύμη την μαζεύουμε, την πλάθουμε ξανά και την απλώνουμε στο ίδιο πάχος για να κόψουμε τα επόμενα μπισκότα.

Ψήνουμε για 10 λεπτά περίπου (εξαρτάται από την ένταση του φούρνου)

Μπορούμε αν θέλουμε να ντύσουμε τα μπισκότα με σοκολάτα.



Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

With a little help from my friends (#2)

Σε συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης.

Την ίδια μερα που ήρθε στο inbox η συνταγή από την Άννα, ήρθε αργότερα και συνταγή από τη Μίκα, η οποία εδώ και κάποια χρόνια ζει στη Γρανάδα της Ισπανίας. Με τη Μίκα γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, κι έχω πει -κι επιμένω σε αυτό- ότι είναι από τα πιο γκουρμέ άτομα που έχω γνωρίσει ποτέ. Η Μίκα άλλωστε είχε γράψει για το blog εκείνη την καταπληκτική ανάρτηση για την Μαροκινή κουζίνα. Αν δεν έχετε διαβάσει την συγκεκεκριμένη ανάρτηση, διαβάστε την οπωσδήποτε.

Μια καλή φιλη της Μίκας, η María Ángeles Callejón, της έμαθε μια τυπική ανδαλουσιανή συνταγή, πρόκειται για μια σάλτσα που λέγεται "ajopollo". Το παράξενο με αυτήν την σάλτσα είναι ότι, ενώ φτιάχνεται με τρία από τα απλούστερα υλικά που μπορεί να σκεφτεί κανείς, είναι απίστευτα νόστιμη (...κι ελαφρώς εθιστική!). Σερβίρεται κυρίως με πατάτες αλλά η Μίκα μου έγραψε ότι μπορεί να συνοδέψει κουνουπίδι, κοτόπουλο (στα προσεχώς) αλλά και φιλέτο ψάρι. Εμείς το φτιάξαμε με πατάτες και μας άρεσε τόσο που το φτιάξαμε δεύτερη φορά μες την εβδομάδα!


Patatas en ajopollo (Πατάτες με ανδαλουσιανή σάλτσα "ajopollo")



Υλικά για 4 άτομα

4 μέτριες - μεγάλες πατάτες καθαρισμένες και κομμένες σε μεγάλα κομμάτια
2 σκελίδες σκόρδο κομμένες στη μέση
8- 10 αμύγδαλα
1 φέτα ψωμί (2 αν είναι από μικρό καρβέλι. Χρησιμοποιείται κυρίως λευκό, η υποφαινόμενη παρά ταύτα χρησιμοποίησε ολικής αλέσεως)
λίγο σαφράν σε σκόνη (ή κλωστές) (προαιρετικά)
1 φύλλο δάφνη
ελαιόλαδο
αλάτι
πιπέρι


Σε μια κατσαρόλα και σε μέτρια προς δυνατή φωτιά ζεσταίνουμε λίγο ελαιόλαδο. Ρίχνουμε τις πατάτες και τις σοτάρουμε για λίγο. Ρίχνουμε νερό ζεστό ίσα που να τις σκεπάζει, προσθέτουμε τη δάφνη και τις αφήνουμε να βράσουν.

Σε ένα τηγάνι ζεσταίνουμε 1-2 κουταλιές ελαιόλαδο. Σε αυτό σοτάρουμε καλά το σκόρδο προσέχοντας να μην μαυρίσει. Το βγάζουμε και στο ίδιο λάδι σοτάρουμε τα αμύγδαλα. Προσθέτουμε το ψωμί και ρίχνουμε 2-3 κουταλιές ζεστό νερό, βγάζουμε από τη φωτιά, επαναφέρουμε τα σκόρδα και σκεπάζουμε αφήνοντας το ψωμί να απορροφήσει το νερό. Μετά από 5-10 λεπτά βάζουμε το ψωμί, σκόρδο κι αμύγδαλα στο μούλτι προσθέτοντας λίγο σαφράν*. Χτυπάμε καλά 2-3 φορές. Δοκιμάζουμε τη σάλτσα για αλάτι, διορθώνουμε. Ρίχνουμε και λίγο φρεκοτριμμένο πιπέρι.

Εν τω μεταξύ κοιτάμε πότε πότε τις πατάτες. Αν χρειάζονται νερό προθέτουμε λίγο. Λίγο πριν βράσουν προσθέτουμε τη σάλτσα ajopollo κι αφήνουμε να μαγειρευτούν μαζί για λίγα λεπτά. Διορθώνουμε το αλάτι και σερβίρουμε αμέσως.

*Δοκίμασα τη σάλτσα, τη μια χωρίς, τη δεύτερη με σαφράν. Προσωπικά μου άρεσε περισσότερο με την προσθήκη σαφράν.




Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

With a little help from my friends (#1)

Πριν λίγες η καλή φίλη Άννα που ζει στο Κόμο της Ιταλίας μου έστειλε στο inbox μια συνταγή.

Πριν προχωρήσω θέλω να σημειώσω δύο πράγματα:

1. Πολλά άσχημα και κακά έχουν ακουστεί για το facebook, εγώ όμως έχω να πω ότι μέσω αυτής της σελίδας κοινωνικής δικτύωσης έχω γνωρίσει μερικούς θαυμάσιους ανθρώπους που διαφορετικά δεν θα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω. Κάποιους είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά, με άλλους δεν έχουμε έρθει σε επαφή όμως μιλάμε συχνά πυκνά στο inbox, όπως συμβαίνει για παράδειγμα και με την Άννα.

2. Η Άννα ήταν εκείνη που μου είχε στείλει και αυτήν την συνταγή.

Όπως και σε εκείνη την συνταγή, όπου αντί για verza είχα χρησιμοποιήσει παραπούλια (κι είχε προκύψει μια καταπληκτική vellutata παρεμπιπτόντως) έτσι και στη σημερινή συνταγή αναγκάστηκα να αλλάξω το κυρίως λαχανικό. Η συνταγή για ριζότο - γιατί περί ριζότου πρόκειται- ζητούσε cima di rapa ένα φυλλοειδές το οποίο θεωρείται ιταλικό- μπορεί να το τρώμε κι εμείς εδώ στην Ελλάδα αλλά κάθε προσπάθεια ταυτοποίησης του στην ελληνική δεν ευόδωσε- όποιος μπορεί ας βοηθήσει.

Τελοσπάντων cima di rapa δεν θα έβρισκα κι αναρωτιόμουν με τι θα μπορούσα να το αντικαταστήσω. Το Σάββατο βρέθηκα μπροστά σε ένα πανέμορφο ματσάκι από σέσκουλα και σκέφτηκα "γιατί όχι;". Βέβαια άλλο cima di rape κι άλλο σέσκουλα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις μέχρι να δοκιμάσεις. Κι όταν δοκίμασα το ριζότο με σέσκουλα, "αναστήθηκα". Όλη η κατήφεια των προηγούμενων ημερών με εγκατέλειψε ως δια μαγείας κι ένιωσα καλύτερα. Κι έπιασα τον εαυτό μου να ψάχνει στο τηγάνι να φάει το τελευταίο σπυρί από ρύζι. Να μη μείνει τίποτα. Τόσο νόστιμο που ήταν!



Ριζότο με σέσκουλα





Υλικά για 4 άτομα.

1 μεγάλο λευκό κρεμμύδι
1 καρότο
λίγο σέλερι
400 γρ.. φρέσκο σέσκουλο
400 γρ ρύζι για ριζότο (αρμπόριο, καρναρόλι, καρολίνα)
1 ποτήρι λευκό κρασί ξηρό
1 λίτρο ζωμό (ό,τι έχετε κι ό,τι προτιμάτε)
ελαιόλαδο (το ριζότο κανονικά θέλει βούτυρο)
2/3 φλιτζάνι φρεσκοτριμμένη παρμεζάνα
αλάτι
πιπέρι


Ψιλοκόβετε το κρεμμύδι, το καρότο και το σέλερι.




Βάζετε σε μια κατσαρόλα νερό να βράσει. Πλένετε τα σέσκουλα. Τα βράζετε στο νερό ίσαμε 3 λεπτά. Τα αφήνετε να κρυώσουν. Τα μισά θα τα περάσετε από το μπλέντερ και τα υπόλοιπα θα τα κόψετε σε κομμάτια μήκους περίπου 2 εκ..

Σε ένα τηγάνι με χοντρό πάτο ζεσταίνετε σε μέτρια φωτιά λίγο λάδι (ή βούτυρο). Μόλις ζεσταθεί ρίχνετε το κρεμμύδι, το καρότο και το σελερι και σοτάρετε για αρκετά λεπτά. Προσέχετε να μην αρχίσει να μαυρίζει το κρεμμύδι. Ανακατώνετε μόνο με ξύλινη κουτάλα και με απαλές κινήσεις. Ρίχνετε το ρύζι, σοτάρετε για λίγο. Ανακατώνετε- πάντα απαλά και πάντα με ξύλινη κουτάλα. Ρίχνετε το κρασί, ανακατώνετε και περιμένετε να σωθεί. Αρχίζετε τώρα τη διαδικασία όπου θα ρίχνετε τον ζωμό λίγο λίγο, κάθε φορά ίσαμε να σκεπάζει το ρύζι και θα ανακατεύετε απαλά. Μόλις πάει να σωθεί ο ζωμός θα ρίχνετε πάλι. Αυτή η διαδικασία κρατά από 15-20 λεπτά ανάλογα με την ποικιλία ρυζιού και τη δύναμη της φωτιάς. Όταν το ρύζι θα είναι πια μαλακό από έξω αλλά από μέσα θα "κρατά" λίγο, το φαγητό θα είναι έτοιμο. Προσθέτετε το σέσκουλο (λιωμένο και κομμένο) κι ανακατεύετε.  Προσέχετε το ριζότο να μην έχει πολλά υγρά αλλά να μην είναι και τελείως στεγνό. Σβήνετε το μάτι, ρίχνετε την παρμεζάνα, διορθώνετε το αλάτι και πιπέρι, κι όσοι χρησιμοποιήσατε βούτυρο ρίχνετε λίγο (1-2 κουταλάκια) στο τέλος με το τυρί. Ανακατεύετε απαλά και σερβίρετε αμέσως.


Ταιριάζει ένα λευκό κρασί φρέσκο κι οι γνωστές ελληνικές ποικιλίες, ροδίτης, σαββατιανό, μοσχοφίλερο είναι ιδανικές.




Ιταλική συνταγή: εδώ. 

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Greek μαυρομάτικα

Προ καιρού ψάχνοντας για συνταγές με μαυρομάτικα φασόλια έπεσα πάνω σε μία στο pinterest, η οποία μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα. Την "καρφίτσωσα" και περίμενα να έρθει ο κατάλληλος καιρός για να την φτιάξω.

Ο κατάλληλος καιρός ήρθε - με πολλή βροχή- κι επέστρεψα στο όμορφο site όπου είχα βρει την συνταγή. Τότε δεν είχα διαβάσει το κείμενο που την προλόγιζε. Αυτή τη φορά όμως το διάβασα -και το ξαναδιάβασα. Μια πολύ ωραία ιστορία, παιδικές αναμνήσεις της ιδιοκτήτριας του site, από ένα ελληνικό diner στο Ντιτρόιτ, όπου έζησε μικρή. Το diner από τα παλιότερα της πόλης, βρισκόταν σε περιοχή του Ντιτρόιτ που ονομάζεται Greektown district.

Μεγάλη η παράδοση των Greek diners στις Η.Π.Α.. Πόσοι και πόσοι μετανάστες άνοιξαν δικά τους εστιατόρια δημιουργώντας σιγά σιγά έναν θεσμό. Συμπτωματικά, τις προηγούμενες μέρες έπεσα πάνω σε αυτό το πολύ ενδιαφέρον άρθρο το οποίο αναφέρεται στο θεσμό των Greek diners στις Η.Π.Α. αλλά επίσης και σε μια πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση που ξεκίνησε στο μουσείο MOHAI  στο Σιατλ. Πληροφορίες: εδώ. Η ιστορία των ελληνικών εστιατορίων της Αμερικής έχει την τιμητική της. Όσοι βρεθείτε μέχρι τέλη Μαϊου στην όμορφη αυτή πόλη της δυτικής ακτής, περάστε από το μουσείο MOHAI. (Σημείωση: Αμφιβάλλω αν έστω κι ένας αναγνώστης τούτου του μπλογκ θα βρεθεί  στο Σιατλ στο άμεσο μέλλον, αλλά ποτέ δεν ξέρεις!)

Πάμε στη συνταγή λοιπόν, η οποία έχει το εξής ενδιαφέρον όνομα: "Greek-style, black-eyed pea stew".  Οι τρόποι που μαγειρεύουμε τα συγκεκριμένα όσπρια εδώ είναι λίγοι, και πάνω κάτω γνωστοί και για να είμαι ειλικρινής όσο κι αν έψαξα δεν βρήκα συνταγή ελληνική, όπου τα μαυρομάτικα μαγειρεύονται με κιμά σε πηχτή σούπα, στυλ stew. Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δώσει κανείς είναι ότι σε εκείνο το ελληνικό diner του Detroit, τα μαυρομάτικα μαγειρεύτηκαν σε μια α λα γκρεκ βερσιόν του γνωστού πιάτου chili con carne. Παρολ' αυτά πρόκειται για ένα απίστευτης νοστιμιάς πιάτο κι είναι από τις λίγες φορές που έχω ευχαριστηθεί τόσο πολύ φαγητό με όσπριο- κι είμαι λάτρης αυτών και τα μαγειρεύω συχνά.

Χρησιμοποίησα τα υλικά που αναφέρονται στη συγκεκριμένη συνταγή, άλλαξα όμως τις αναλογίες και τον τρόπο μαγειρέματος.

Μαυρομάτικα φασόλια με κιμά




Για 4 άτομα

200 γρ κιμά μοσχαρίσιο
240 γρ μαυρομάτικα φασόλια
1 μεγάλο κρεμμύδι λευκό ψιλοκομμένο
2 καρότα κομμένα σε μικρούς κύβους
1/2 κλωνάρι σέλερι κομμένο σε μικρά κομμάτια
2 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένες
1 πρέζα κύμινο
1 πρέζα κανέλα
1/2 κουταλάκι γλυκού ξερό θυμάρι (ή ρίγανη)
100 γρ πάστα ντομάτας
4 ποτήρια ζωμό + επιπλέον ζεστό νερό
ελαιόλαδο
αλάτι
πιπέρι
μαϊντανό ψιλοκομμένο

Ετοιμάζουμε τα υλικά (κρεμμύδι, σκόρδο, σέλερι, καρότο). Ζεσταίνουμε το ζωμό.

Σε μια κατσαρόλα βράζουμε για 5 λεπτά τα φασόλια. Στραγγίζουμε.

Σε άλλη κατσαρόλα την οποία θα έχουμε ζεστάνει σε μέτρια προς δυνατή φωτιά, ρίχνουμε τον κιμά και τον ανακατεύουμε μέχρι να μην υπάρχουν σβόλοι. Ρίχνουμε ελαιόλαδο -όχι πολύ-, το κρεμμύδι, σκόρδο, καρότο και σέλερι και σοτάρουμε για λίγα λεπτά. Ρίχνουμε τα μπαχαρικά και το θυμάρι και συνεχίζουμε για λίγο ακόμα. Ρίχνουμε τον ζωμό, λίγο αλάτι, την πάστα, ανακατώνουμε να λιώσει η πάστα και ρίχνουμε και τα φασόλια. Χαμηλώνουμε τη φωτιά κι αφήνουμε το φαγητό να σιγοβράσει για 2 ώρες περίπου, με την κατσαρόλα σκεπασμένη. Ρίχνουμε συνέχεια μια ματιά για να δούμε αν χρειάζεται νερό- πάντα συμπληρώνουμε με ζεστό. Το φαγητό θα είναι έτοιμο όταν τα όσπρια θα έχουν βράσει τόσο καλά, που πιέζοντας τα με μια ξύλινη κουτάλα στα τοιχώματα της κατσαρόλας θα σπάνε εύκολα. Κι επίσης το φαγητό μας θα είναι πολύ πηχτό. Είπαμε, το θέλουμε σε στυλ stew. Δοκιμάζουμε και διορθώνουμε το αλάτι, ρίχνουμε πιπέρι, τον μαϊντανό, ανακατώνουμε και σερβίρουμε.



Μακράν είναι το ωραιότερο φαγητό που έφτιαξα φέτος το χειμώνα.

Αλλά τώρα πια, μπήκε η άνοιξη...